Η παράσταση του ανατρεπτικού και αναρχικού θεατρικού έργου της Λούλας Αναγνωστάκη που απέσπασε διθυραμβικές κριτικές την περασμένη θεατρική σεζόν, ανεβαίνει ξανά για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων. Η Λούλα Αναγνωστάκη, μια από τις πιο σημαντικές και δυναμικές μορφές της νεοελληνικής δραματουργίας, γράφει στα 1982 την σπαρακτική και σπαρταριστά επίκαιρη «Κασέτα». Σαράντα περίπου χρόνια μετά τη θρυλική παράσταση του Καρόλου Κουν και είκοσι χρόνια μετά το τελευταίο ανέβασμα του έργου στην Αθήνα, «Η Κασέτα» επιστρέφει στη σκηνή του Θεάτρου Σταθμός. Σκηνοθετεί - στο πλαίσιο της διδακτορικής του διατριβής στο πανεπιστήμιο του Ηull με τίτλο «Η πνευματική παρακαταθήκη της Λούλας Αναγνωστάκη» - ο καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου Μάνος Καρατζογιάννης, έχοντας στο ενεργητικό του τη μακρόχρονη εργασία του πάνω στη δραματουργία της Αναγνωστάκη (Η Κασέτα, Η Παρέλαση, Ο ήχος του όπλου, Ο Ουρανός κατακόκκινος, Σ’ εσάς που με ακούτε, Δωμάτια Μνήμης, Ενέδρες της Ζωής – Λούλα Αναγνωστάκη mixage, Στην Πόλη της Λούλας Αναγνωστάκη, Εντευκτήριο: Αφιέρωμα Λούλα Αναγνωστάκη). Την εξαιρετική διανομή απαρτίζουν ηθοποιοί της παλαιότερης αλλά και της νεότερης γενιάς.
Έγραψαν για την παράσταση
Η «Κασέτα» -και η παράσταση του «Σταθμού» καταλήγει σε αυτό – αποτελεί ένα αληθινά «μεγάλο» έργο, παγκόσμιο και διαχρονικό, που γράφτηκε εντούτοις σαν επίκαιρο και ιθαγενές έργο των αρχών του ’80. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να προβούμε ξανά σε ερμηνείες ή αναλύσεις δραματολογικής φύσεως για τα παραπάνω. Μίλησα παραπάνω για την «άνεση» που έχει αποκτήσει ο σκηνοθέτης με τη συγγραφέα και που φαίνεται στον τρόπο της παρουσίασής της. Αυτό πιστεύω ελευθερώνει τον ίδιο στο να μην νιώθει την ανάγκη να ερμηνεύσει, να υπερασπιστεί ή να προωθήσει την «Κασέτα». Αντίθετα, η παράσταση του συμβαίνει να φανερώνει την προσωπική του συμφιλίωση -σαν μια ήρεμη στοχαστική στάση- με τους ανιγματικούς ήρωες της και τους ανοικτούς ορίζοντες της Αναγνωστάκη. Ο δικός του μάλιστα ήρωας, καθώς ερμηνεύει και τον ιδαλγό Παύλο της «Κασέτας», αφήνεται – επιτέλους αφήνεται!- να υπάρξει πέρα από ερμηνείες και στηρίγματα σαν ποιητική μορφή αντιφατική και άπιαστη, ελευθερωμένη και υποταγμένη, σκληρή όσο και βελούδινη, σιωπηρή μα και αισθαντική. Έχω μάλιστα την εντύπωση πως αυτή η μορφή του Παύλου από τον Καρατζογιάννη, εξόχως ρομαντική, έρχεται από μακριά και συμπυκνώνει πολλούς νεοέλληνες ήρωες, ιδανικούς και ανάξιους να ακολουθήσουν το όνειρό τους. Μα εδώ, στην ερμηνεία του Καρατζογιάννη ο Παύλος αποκτά μαζί και ένα επίπεδο καθαρά συμβολικό. Ας πούμε μόνο αυτό: η ανεπίδοτη συνομιλία του μέσω μαγνητοφώνησης με τον Τούρκο που επιχείρησε να δολοφονήσει τον Πάπα το 1981 ενέχει πιθανώς τα ίχνη της συμβολικής απόπειρας «δολοφονίας» του από τον ίδιο – με τον Πάπα άλλωστε μοιράζονται το ίδιο όνομα… Το νέο αυτό παιδί στην άκρη του κόσμου νιώθει πως ο κόσμος της αληθινής ελευθερίας δεν μπορεί να αρχίζει παρά με τον συμβολικό φόνο του παλιού εαυτού μας. Πιθανόν να είμαι ο μόνος, μα διακρίνω στον Παύλο κάποιον μακρινό αντίλαλο του Νίτσε. Προς το παρόν όμως ο αληθινός κόσμος που γυρίζει γύρω από τον Παύλο παραμένει ακλόνητα πραγματικός… Κι αν τα πρόσωπα γύρω του ζουν το ίδιο με εκείνον δράμα, δεν το αντιλαμβάνονται. Και είναι αλήθεια πως η Αναγνωστάκη έχει προικίσει αυτά τα πρόσωπα με θαυμαστή ιθαγένεια, με τον μαγικό τρόπο να γίνονται αντιληπτά σε εμάς σχεδόν με την αφή. Ακόμα και την ανάσα τους να ακούγαμε στο σκοτάδι, θα τα αναγνωρίζαμε. Δείτε λόγου χάρη – ή μάλλον «αγγίξτε» - τον τρόπο με τον οποίο η Μαρίτσα τής Σμαράγδας Σμυρναίου ζει και ανασαίνει για τους άλλους. Αγγίξτε την καταπιεσμένη αγριότητα της Βαγγελιώς από την Βάσω Καμαράτου. Την απελπισία της Κατερίνας από την Αναστασία – Ραφαέλα Κονίδη. Την αδρότητα της Καίτης τής Ερμίνας Κυριαζή. Ή την απολιθωμένη προσωπικότητα του πατέρα από τον Σταύρο Μερμήγκη. Νιώστε το χαμένο πρόσωπο του Σπύρου από τον Γιώργο Δεπάστα ή την ξοδεμένη νιότη τού Γιάννη Τσουμαράκη… Για τον καθένα από αυτούς θα μπορούσαν να γραφτούν σελίδες και αξίζει να ξοδευτεί άφθονη φαιά ουσία για τον προβληματισμό τους. Μα όλα αυτά εκτός σκηνής… Γιατί πάνω στη σκηνή και στον θαυμάσιο θίασο του «Σταθμού» όλα μας είναι φυσικά και γνώριμα. Τα πρόσωπα της «Κασέτας» ρέουν στο αίμα μας, μιλούν τη φωνή μας, οδηγούνται στο αύριό τους από το δικό μας σήμερα. Η σκηνή του «Σταθμού» έγινε ο στενός χώρος του «τώρα» από τον Άγγελο Αγγελή και με τους φωτισμούς του Άγγελου Παπαδόπουλου. Η μουσική του Γιώργου Ανδρέου την παράσταση με την εποχή της, για να αποκαλύψει πίσω από τα ακούσματά της το κρυφό της δράμα. Μια «Κασέτα» από το ’82 φτάνει στο σήμερα και το πάντα.
Γρηγόρης Ιωαννίδης, Από το ’82 στο σήμερα και το πάντα | ΕΦΣΥΝ (efsyn.gr)
Ο Μάνος Καρατζογιαννης σκηνοθέτησε δυναμικά την "Κασέτα", με ουσιαστική γνώση των ατμοσφαιρικών συντεταγμένων του οικογενειακού αυτού δράματος. Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στον αυτοκαταστροφικό αγώνα του Παύλου, έναν αγώνα εξόντωσης του ίδιου του εαυτού. Ερμήνευσε ο ίδιος την εμμονική προσήλωση του Παύλου σε μια παραληρητική ιδέα, ότι ο Τούρκος εθνικιστής που αποπειράθηκε να δολοφονήσει τον Πάπα ήταν συμμαθητής του, και εμβάθυνε σκηνοθετικά στον ιδιόρρυθμο τρόπο συνεχούς επανακαταγραφής και αναπαραγωγής στην κασέτα αυτής της πεποίθησης του βασικού ήρωα. Ο Καρατζογιάννης είναι ένας σκηνοθέτης που εργάζεται με σοβαρότητα, συνέπεια και αφοσίωση στο είδος της νεοελληνικής δραματουργίας. Στην περίπτωση όμως της "Κασέτας" εργάστηκε με ένα σημαντικό εφόδιο: την ουσιαστική γνώση του συνόλου της δραματουργίας του έργου της Αναγνωστάκη, την εμβάθυνση στην ουσία του δραματουργικού κώδικα των δύο επιπέδων "μέσα-έξω". Σκηνοθέτησε τα τέσσερα ζευγάρια των δραματικών προσώπων, τέσσερις άνδρες και τέσσερις γυναίκες, ακολουθώντας τις φωνές και τις σιωπές τους, δίνοντας έμφαση στην αντιστικτική λειτουργία των συγκρούσεων μεταξύ τους. Σημαντικό πλεονέκτημα της παράστασης ήταν η ενότητα ύφους σε όλα τα επίπεδα σκηνοθεσίας, σκηνογραφίας και υποκριτικής. Οι φωτισμοί του Άγγελου Παπαδοπούλου ανέδειξαν τις αποχρώσεις ενός φωτογραφικού ρεαλισμού. Τα σκηνογραφικά και ενδυματολογικά στοιχεία του Άγγελου Αγγελή, εναρμονισμένα απολύτως με το κλίμα της εποχής. Όλες οι ερμηνείες ευθυγραμμισμένες με τον ρυθμό του ρεαλισμού, σκιαγράφησαν λεπτομερείς χειρονομίες και μορφασμούς, απομακρυσμένες ωστόσο από τον κίνδυνο ηθογραφικής περιγραφής των ρόλων ή των ψυχογραφικών υπερβολικών εκδηλώσεων ενός επιφανειακού μελοδραματισμού. Ο σκηνοθέτης απέφυγε επιδέξια όλες τις παγίδες της φωτογραφικής αναπαράστασης του ρεαλιστικού πλαισίου. Η Σμαράγδα Σμυρναίου ήταν μια υπέροχη Μαρίτσα, που μπαινόβγαινε στη σκηνή με άρτια τεχνική και ώριμη υποκριτική ιδιοσυγκρασία. Ο Γιάννης Τσουμαράκης στον ρόλο του μικρότερου αδερφού και ο Γιώργος Δεπάστας απέδωσαν δυνατές στιγμές σε ρόλους ιδιαίτερης δραματουργικής υφής, το ίδιο και η Ερμίνα Κυριαζή στον ρόλο της λαϊκής Καίτης. Στο κλειστό σύμπαν ενός οικογενειακού μικροαστικού δράματος, ο ήχος ενός όπλου σφραγίζει την εμφύλια σύγκρουση της παλαιότερης με τη νεότερη γενιά και η παλιά διένεξη αριστερών - δεξιών του Εμφυλίου παραχωρεί τη θέση της στις ενδοοικογενειακές συγκρούσεις. Στην "Κασέτα", ο ήχος της καραμπίνας ακούγεται στο φινάλε τρομακτικός. Οι ιψενικές και τσεχοφικές πινελιές των οικογενειακων δραμάτων χρωματίζουν την αυτοκτονία του Παύλου, ενός δραματικού προσώπου που μπέρδεψε τη "μικρή" ζωή με την "τεράστια", οραματίστηκε να ξεφύγει από τη συμβατική, ανέμπνυεστη ζωή του και ύστερα από αλλεπάλληλους συμβιβασμούς παραιτείται και αυτοκτονεί. Οι τελευταίες ατάκες της κασέτας ακούγονται καθώς δεν έχει σταματήσει καθόλου η αναπαραγωγή της φωνής, ώσπου να σβήσουν τα φώτα και να απλωθεί το "απόλυτο σκοτάδι".
Ρέα Γρηγορίου, Ακούγοντας τη μαγνητοταινία της ζωής | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (kathimerini.gr)
Γραμμένη το 1982, η "Κασέτα" ανέβηκε για πρώτη φορά τη σεζόν 1983-1984 από τον Κάρολο Κουν στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης. Σαράντα δύο χρόνια μετά, το έργο μοιάζει ανέγγιχτο από τον χρόνο και τις εξελίξεις που έχουν μεσολαβήσει. Ως άλλη " Αυλή των Θαυμάτων" (1957), αποτυπώνει τη δική της εποχή, τις αρχές της δεκαετίας του '80, όταν η Ελλάδα έψαχνε να βρει τα πατήματά της σε έναν κόσμο που άλλαζε. Στο μεταίχμιο μιας νέας πραγματικότητας οι ήρωες της Αναγνωστάκη, αν και εγκλωβισμένοι στο παρελθόν, προσπαθούν να ξεφύγουν και να κάνουν ένα άλμα στο μέλλον, ψάχνοντας διεξόδους και ελπίδα, κάνοντας όνειρα. Ματαιωμένοι ίσως της δύναμης-αδυναμίας που τους κρατάει κάτω, που δεν τους αφήνει να πετάξουν. Κάτι σαν άλματα κολλημένα στο έδαφος. Ο Μάνος Καρατζογιάννης με τη διπλή ιδιότητα της βαθιάς γνώσης του έργου της Λούλας Αναγνωστάκη και της βαθιάς αγάπης του προς τα κείμενά της, πήρε την "Κασέτα" και την άκουσε καλά, πολύ καλά. Η παράσταση που έστησε στη σκηνή του θεάτρου Σταθμός αναδεικνύει με τρόπο καθαρό και ευαίσθητο όλο το υπαρξιακό δράμα των ηρώων. Ένα δράμα που μεταφράζεται τόσο απλά μέσα από τις πράξεις και τα λόγια τους, τις σκέψεις και τις σχέσεις τους. Ισότιμα σχεδόν μοιρασμένο στους οκτώ ρόλους, το έργο καταγράφει την ανθρωπογεωγραφία μιας εποχής που τελικά, δεν απέχει πολύ από τη δική μας. Και εκεί είναι που διαφαίνεται η οξύτητα και το βάθος της συγγραφικής δεινότητας της Αναγνωστάκη, μαζί με τη διαχρονικότητά της που την καθιστά (εκνευριστικά!) σύγχρονη. Όσο μοιρασμένοι είναι οι ρόλοι στην "Κασέτα" άλλο τόσο μοιρασμένες είναι και οι ερμηνείες στην παράσταση του Σταθμού, δημιουργώντας ένα σύνολο υψηλής παικτικής απόδοσης. Ανάμεσά τους, λιτός και εσωτερικός, με έμφαση στις σιωπές, ο Παύλος του Μάνου Καρατζογιάννη, ακολουθεί τη διαδρομή που θα τον ακολουθήσει στη μεγάλη πράξη. Αναγνωρίσιμος νεοέλληνας ο Σπύρος του Γιώργου Δεπάστα ξεχωρίζει με την αμεσότητα και την αλήθεια του: είναι το διαχρονικό δημιούργημα της εποχής (κάθε εποχής), λίγο ιδεολόγος, λίγο προοδευτικός, αλλά πάνω απ' όλα ο τύπος του "όσα έρθουν κι όσα πάνε"... Όσο για την έμπειρη Σμαράγδα Σμυρναίου εναποθέτει μια εξαιρετική ερμηνεία της Μαρίτσας, της γυναίκας που προσπαθεί να ενώσει τα αντίθετα αλλά και να επιβιώσει. Γάργαρη στον λόγο, συμπυκνώνει την ουσία της γραφής της Αναγνωστάκη με μια φυσικότητα που εντάσσει τον θεατή στον κόσμο της "Κασέτας". Είναι πράγματι εντυπωσιακή η πορεία αυτού του θεάτρου, εκεί κάτω από την Ομόνοια: ο Μάνος Καρατζογιάννης, ως επικεφαλής του Σταθμού παράγει συστηματικά έργο, έχοντας το ένα πόδι στις ουσιαστικές αξίες του χθες και το άλλο στους προβληματισμούς του σήμερα - κάτι σαν τη ρίζα και το δέντρο.
Μυρτώ Λοβέρδου, Άλματα στο έδαφος, ΤΑ ΝΕΑ, 8/10/2024
Ένα βαθιά ελληνικό και γι' αυτό οικουμενικό έργο. Η σκηνοθεσία του Μάνου Καρατζογιάννη συλλαμβάνει αυτό το στοιχείο και το δίνει καίρια. Αποφεύγει τη συνήθη παγίδα της εικονογράφησης με ωραίες αλλά νεκρές εικόνες για να φτάσει δια του λόγου στον πυρήνα μιας τραγωδίας που θα μπορούσε να συμβεί οπουδήποτε στον κόσμο σήμερα, όπου η " νέα τάξη των πραγμάτων " συνθλίβει με την μπότα της τον ανυπεράσπιστο άνθρωπο. Η σκηνοθεσία του Μάνου Καρατζογιάννη πράγματι " κεντρίζει " την κρυμμένη τραγωδία για να την κάνει να " τρέξει". Και το πετυχαίνει. Η διδασκαλία και απόδοση των ρόλων είναι επίσης συγκλονιστικές. Ο Μάνος Καρατζογιάννης στον κεντρικό ρόλο του Παύλου, λιτός, απέριττος, διαμπερής, σχεδόν διαφανής, λάμπει χωρίς τίποτα περιττό. Η Σμαράγδα Σμυρναίου με τέλεια τεχνική και με συναίσθημα μετρημένο " στον πόντο ", χωρίς να περισσεύει κάτι ή να λείπει, αυτόφωτη, φωτίζει γύρω. Ο Γιώργος Ζιόβας, υποδειγματικός, διδάσκει πως χτίζεται λιθαράκι - λιθαράκι ένας δύσκολος ρόλος. Η Βάσω Καμαράτου, στέρεη, πλάθει ένα ανθρώπινο πρόσωπο με βάρος, βάθος, χρώμα. Η Ερμίνα Κυριαζή " οπλίζει " με αφοπλιστική φυσικότητα τον δικό της " φυσικό " ρόλο και... πυροβολεί. Ο Γιώργος Δεπάστας είναι τέλειος στην αρχιτεκτονική " αποτύπωση " του χαρακτήρα που ενσαρκώνει. Η Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη μπαίνει ορμητικά στο ρόλο με την αξία της. Ο νέος Γιάννης Τσουμαράκης, πιο ώριμος από ποτέ, συγκινεί και πείθει. Η εξαιρετική μουσική του Γιώργου Ανδρέου είναι φιλική στον λόγο, τα σκηνικά και τα κοστούμια του Άγγελου Αγγελή συνάδουν, τα ηχητικά του Αντώνη Παπακωνσταντίνου και τα φωτιστικά του Άγγελου Παπαδόπουλου, λειτουργικά.
Λέανδρος Πολενάκης, Κριτική θεάτρου / Με το κεφάλι στην πέτρα | Αυγή (avgi.gr)
Η σκηνοθεσία του Μάνου Καρατζογιάννη φέρει δυνάμει την παρακαταθήκη της προσωπικής του εμπλοκής με το έργο της Λούλας Αναγνωστάκη- εκ των πραγμάτων είναι μια συναισθηματικά φορτισμένη σκηνοθεσία, που υποστηρίζεται από κάποιες εξέχουσες ερμηνείες, μια επαναφορά στο σήμερα ενός διαχρονικού έργου, που όλους μάς καθόρισε σε σημαντικό βαθμό. Εκτός της πιστότητας του σκηνοθέτη προς το πρωτότυπο έργο, πρέπει να υπογραμμιστεί και το χιούμορ που η παράσταση αυτή αναδεικνύει, όπως και η τήρηση της χρονικότητας που υποβάλλει το κείμενο (σιωπές, κενά, χρονικές αποστάσεις, παύσεις και επιταχύνσεις πολύ επιτυχημένες). Κυρίως θα ήθελα να παρατηρήσω την απομάκρυνση από κάθε ρεαλιστική εξεικόνιση μιας πραγματικότητας που οφείλει να επικαιροποιηθεί: ως εκ τούτου, δεν πρόκειται για την αναπαράσταση μιας «εποχής», αλλά για τη διαχρονική παράθεση μιας προβληματικής, με τρόπο κατά το δυνατόν αφαιρετικό.Είναι άξια επαίνου η επιμονή και η μαχητικότητα του Μάνου Καρατζογιάννη στο να προτείνει στο ελληνικό κοινό το ελληνικό πολιτικό έργο στη θέση της εμπορευματικής αξίας ενός εύπεπτου, άμεσα καταναλώσιμου πολιτιστικού προϊόντος.
Νίκος Ξένιος, «Η κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη και «PAVLOV, ή δύο δευτερόλεπτα πριν από το έγκλημα», του Γουστάβο Οτ (κριτική) – Δύο σημαντικές παραστάσεις στο θέατρο «Σταθμός» (bookpress.gr)
Η σχέση του Μάνου Καρατζογιάννη με τη Λούλα Αναγνωστάκη είναι πολύ βαθιά. Θα έλεγε κανείς πως η συνάντησή του μαζί της στάθηκε απόλυτα καθοριστική για τη μετέπειτα καλλιτεχνική του πορεία. Δεν είναι τυχαίο που στο ενεργητικό του έχει ένα μεγάλο μέρος της δραματουργίας της Αναγνωστάκη. Η παράσταση που σκηνοθετεί στηρίζεται σε μία αμιγώς ρεαλιστική οπτική και αναδεικνύει τον αιχμηρό λόγο της Λούλας Αναγνωστάκη, ο οποίος και φτάνει κρυστάλλινος στα αυτιά μας. Χωρίς σκηνοθετισμούς, μοντέρνες προσεγγίσεις και επιτηδευμένα στοιχεία ο Μάνος Καρατζογιάννης χρησιμοποιεί ως βάση το έργο αυτό -το οποίο γράφτηκε το 1982- κάνοντας αισθητή την αντιστοιχία των νοοτροπιών και της στάσης ζωής του τότε και του σήμερα. Η Αναγνωστάκη άλλωστε δε χαρίζεται σε κανέναν. Δεν διστάζει να μιλήσει και για τα δεινά της δημόσιας ζωής μας και το εμφυλιακό χνάρι είναι ακόμα και εδώ παρόν για να υπονομεύσει κάθε επικοινωνία και συναναστροφή. Αυτό που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι ο τρόπος που ψυχογραφεί επί σκηνής τους ήρωές του παρουσιάζοντάς τους σαν έναν αντιπροσωπευτικό “χάρτη” της ελληνικής κοινωνίας. Εστιάζει στην αποξένωση και τις συγκρούσεις που αντιμετωπίζουν οι χαρακτήρες, κάτι που αντικατοπτρίζει τις σύγχρονες ανησυχίες για την κοινωνική απομόνωση και την αποτυχία επικοινωνίας. Ο κεντρικός ήρωας, ο Παύλος, που ερμηνεύει εξαιρετικά ο ίδιος ο Καρατζογιάννης στην παράσταση, είναι ένας ευάλωτος χαρακτήρας. Δυνατός και την ίδια στιγμή αδύναμος. Ασφυκτιά μέσα σε ένα σύστημα που μοιάζει να τον καταπίνει. Βιώνει με αγωνία το χάσιμο της ζωής του κι αρπάζεται από μια στιγμή για να αποφύγει, έστω και για λίγο, την παγίδα της παραγωγής και της δουλειάς. Μάταια ωστόσο, καθώς η αυτοχειρία φαντάζει ως η μόνη λύση. “Τα πρόσωπα αισθάνονται αδικαίωτα, συνειδητοποιούν ότι δεν είναι ευτυχισμένα, χωρίς να είναι σε θέση να αντιληφθούν τα αίτια, η ζωή τους χάνεται στο τίποτα” γράφει χαρακτηριστικά η Αναγνωστάκη. Από την υποκριτική ομάδα ξεχωρίζει η Σμαράγδα Σμυρναίου στον ρόλο της μητέρας, καθώς καταφέρνει να ισορροπήσει στις δύσκολες ισορροπίες του χαρακτήρα της με περίσσια φυσικότητα. Το ίδιο καλή και η Βάσω Καμαράτου στον ρόλο της έτερης μητέρας, καθώς στο πρόσωπό της αντικατοπτρίζεται η γυναικεία κακοποίηση. Η Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη αποδίδει αρκετά πειστικά όλα τα στερεότυπα που αφορούν μια σύγχρονη νεαρή γυναίκα και τον ρόλο της στην κοινωνία, ενώ η Ερμίνα Κυριαζή ενσαρκώνει τη δυναμική γυναίκα που έχει παλέψει σκληρά για να πάρει τη ζωή στα χέρια της, αλλά παραμένει παγιδευμένη στις προσδοκίες των άλλων. Πρόκειται για μια ουσιαστική, ρεαλιστική και βαθιά ερμηνευτική προσέγγιση του έργου της Λούλας Αναγνωστάκη που καταγράφει με προφητική ακρίβεια την Ελλάδα σε μια κρίσιμη φάση μετάβασης, μέσα από την αφήγηση μιας οικογενειακής ιστορίας. Ο Μάνος Καρατζογιάννης παρουσιάζει το έργο σε μια προσεγμένη παράσταση, εμπλουτισμένη με εξαιρετικές ερμηνείες.
Γεωργία Οικονόμου, Αυτή η Kασέτα γράφει και ξαναγράφει τον επίλογο μιας χαμένης γενιάς (news247.gr)
Η παράσταση του Μάνου Καρατζογιάννη συλλαμβάνει ωραία τις αντίρροπες δυναμικές που αναπτύσσονται στο έργο και ανασυστήνει με γλαφυρότητα το δραματικό σύμπαν(..) Η παράσταση έχει ρυθμό και σφρίγος, το έργο –αλλά και η γλώσσα- της Αναγνωστάκη σε στιγμές κόβουν την ανάσα και επιπλέον απολαμβάνουμε μερικές πολύ ωραίες ερμηνείες.
Τώνια Καράογλου, Η κασέτα - Κριτική - Athinorama.gr
Έχοντας μελετήσει όσο κανείς άλλος δημιουργός της ηλικίας του, το έργο της Λούλας Αναγνωστάκη, ο Μάνος Καρατζογιάννης φέρνει την «Κασέτα» της ολόκληρη και άθικτη στον επόμενο αιώνα. Κι αν οι κασέτες ως μέσο ηχογράφησης θεωρούνται πλέον vintage αλλά η αξία τους παραμένει, έτσι και το έργο της Αναγνωστάκη διακρίνεται για την σφριγηλότητα και τη βαρύτητα του στο, μονίμως, αδικαίωτο ελληνικό γίγνεσθαι. Ίσως γι’ αυτό ο Καρατζογιάννης δεν το φορτώνει με φτιασίδια και δεν ψάχνεται για νεωτερισμούς, αλλά εμπιστεύεται με κλειστά μάτια τη διαχρονικότητα της αφήγησης και της αλήθειας των ηρώων· παραδίδοντας τους στην επόμενη γενιά θεατών.
Στέλλα Χαραμή, Συν & Πλην: «H Κασέτα» στο Θέατρο Σταθμός (monopoli.gr)
Τίποτε από αυτά που συμβαίνουν στην παράσταση του Μάνου Καρατζογιάννη δεν μοιάζει επινοημένο. Ένα κείμενο και μια παράσταση που στέκουν στέρεα, δυνατά και απλά στα πόδια τους. Η καλή αρχιτεκτονική δεν έχει ανάγκη από φανταχτερά υλικά. Η «Κασέτα» δίνει το επίπεδο της παραστατικής ικανότητας του σκηνοθέτη που ελάχιστοι ομήλικοί του διαθέτουν. Γεμάτη αλήθεια και ρεαλισμό, αφελής έτσι όπως μόνον η πραγματικότητα μπορεί να την κάνει, τρυφερή και ανείπωτα ευαίσθητη, είναι μια παράσταση – ταυτότητα μιας εποχής. Βασική της δύναμη δεν είναι η πλοκή της ζωής του κάθε ήρωα ξεχωριστά, αλλά η διαπλοκή όλων –και των ανθρώπων που τους περιβάλλουν– μεταξύ τους: οι διασταυρώσεις, οι αποκλίσεις, και όλα τα αν. Κάθε εκδοχή της ιστορίας του Παύλου διατρέχει το κατακερματισμένο πεδίο της Ελλάδας των μέσων του 20ού αιώνα σε ένα μεγαλόπνοο έργο και μια παράσταση, που θυμίζει ανάλογες του Κάρολου Κουν, για το δικαίωμα στην ύπαρξη και τις ατελείωτες εκδοχές της, για τα όνειρα και τη σκληρότητα της ζωής. Όλοι οι ρόλοι, διδαγμένοι προσεκτικά, γίνονται εναλλάξ κορυφαίοι μιας άτυπης τραγωδίας στα μάτια ημών των ανιχνευτών «θησαυρών», κάτω από την επιφάνεια των εικόνων και των λέξεων. Η γλώσσα της συγγραφέως, στην οποία ο σκηνοθέτης Μάνος Καρατζογιάννης έχει με σεμνότητα εντρυφήσει, φέρει τη ζωντάνια και τον ρυθμό της καθομιλουμένης με την προφορικότητα που διακρίνει τις καθημερινές εκφράσεις. Η Σμαράγδα Σμυρναίου είναι πραγματικά μια μεγαλειώδης ηθοποιός, την οποία καταχειροκρότησαν εκστασιασμένοι οι θεατές. Ένα ανεκτίμητο θεατρικό διαμάντι. Άψογη στο ρόλο της Μαρίτσας, γνήσια και αυθεντική. Μια ηθοποιός σπάνια και πολύτιμη για την προσφορά της στο ελληνικό θέατρο. Υπέροχη η Βάσω Καμαράτου με το λιτό, απλό αλλά αδρό παίξιμό της ως Βαγγελιώ. Η εκπληκτική Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη ενθουσίασε επίσης το κοινό και καταχειροκροτήθηκε. Ενσάρκωσε με δεινότητα την Κατερίνα, η οποία αποτελεί ένα πρόσωπο-σύμβολο μιας προσωπικής/συλλογικής πληγής που προσπαθεί να βρει την ακολουθία της σ’ ένα ασαφές σήμερα. Η Ερμίνα Κυριαζή ως Καίτη εντυπωσίασε. Μια ικανότατη ηθοποιός που αξίζει να έχει στις τάξεις του κάθε θίασος. Ρεαλιστικό, αφοπλιστικό και ειλικρινές το παίξιμό της. Ο Μάνος Καρατζογιάννης στο ρόλο του Παύλου ήταν συγκλονιστικός, δείχνοντας μια ενέργεια απίστευτη, εξαιρετικές φωνητικές δυνατότητες, αστείρευτη κίνηση και μια τολμηρή προσέγγιση του ήρωα. Αληθινός, συγκλονιστικός και πειστικός ο πατέρας του Γιώργου Ζιόβα. Πολύ καλός ο ικανότατος Γιώργος Δεπάστας. Ερμήνευσε με ένταση και ορμή τον Σπύρο. Εξαιρετικός αποδείχτηκε ο στον ρόλο του μικρού αδελφού ο ταλαντούχος Γιάννης Τσουμαράκης.
Ειρήνη Αϊβαλιώτου, «Η Κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη. Το ζωντανό ψηφιδωτό μιας ολόκληρης εποχής - Cat Is Art
Με τα χαρακτηριστικά ενός αντιεξουσιαστικού θεατρικού συγγράμματος, «Η κασέτα» στηλιτεύει την αναπόφευκτη ιδεολογική κατάρρευση των πάγιων πολιτικών και κομματικών εφαρμογών, το επιφανειακό ιλουστρασιόν μιας μίζερης και αξιολύπητης αγωνίας για επιβεβαίωση εξουσίας και την αδυσώπητη πνευματική παρακμή που φέρνει ο ισχυρός δηθενισμός. Μπορεί άνετα να οριστεί ως ένα υπαρξιακό εξεργετικό ψυχογράφημα, με έντονες δόσεις επαναστατικής διάθεσης. Όταν έχεις ένα ιδιαίτερα δυνατό έργο, με αξιόλογο κείμενο, για να το κάνεις όχι απλώς να διακριθεί, αλλά να εκτοξευτεί, του οφείλεις μια εμπνευσμένη σκηνοθεσία. Και αυτό ήταν και το στοίχημα του Μάνου Καρατζογιάννη, [γνώστης της δραματουργίας της Λούλας Αναγνωστάκη], γιατί κατάφερε να αναδείξει το θεματικό ιστό του συγγράμματος υπηρετώντας το τρίπτυχο λόγος, έκφραση, κίνηση, άλλοτε με μέτρο και άλλοτε με πάθος. Πρέπει να υπογραμμιστεί η εικονοποίηση του δραματουργικού βάθους και ο τρόπος με τον οποίο ο σκηνοθέτης τοποθετεί το έργο σε ένα πλαίσιο με τα γνωρίσματα μεν της τότε εποχής, αλλά και με μια πνοή και ύφος που αφορά σε μια οποιαδήποτε άχρονη ιστορική περίοδο. Ο θεματικός πυρήνας του θεατρικού πονήματος επικεντρώνεται στην οδυνηρή υπαρξιακή αναζήτηση του Παύλου, με χαρακτήρα ασυμβίβαστο που νοιώθει να συντρίβεται και να χάνει την προσωπική του ταυτότητα, υπό το βάρος του καθωσπρεπισμού σε μικροαστικό σύμπαν. Παράλληλα συνυπάρχουν διάφορα περιφερειακά θέματα σχέσεων, κοινωνικά, ηθικά και πολιτικά, ενδεικτικά ενός γενικότερου προβληματισμού. Η γραμμή που ακολουθεί ο Καρατζογιάννης απέχει από οποιαδήποτε νεωτεριστική ή υπερβολική τακτική οργάνωσης, έτσι ώστε η σκηνική δράση να έχει την αυτοτέλειά της, ο αφηγηματικός λόγος να είναι χορταστικός, ακουμπώντας εντελώς στο συναισθηματικό τοπίο του θεατή. Και καθώς η συγγραφέας ανατέμνει σύμβολα και μύθους που έχουν εξασφαλίσει θέση περίοπτη στο συλλογικό θυμικό, ο σκηνοθέτης με στιβαρότητα και ευθύνη υπηρετεί αυτό το σκηνικό. Το διανθίζει με το απαραίτητο απογνωσιακό στοιχείο, αλλά και με αίσθημα σαρκασμού και προσεγμένης ιλαρότητας, μέσα από τα διλήμματα της διαμορφωμένης πλασματικής ζωής. Μία συντονισμένη ομάδα ταλαντούχων ηθοποιών, αναδεικνύει το εύρος της υποκριτικής τους δεινότητας, υποστηρίζοντας με θέρμη τη δραματικότητα του έργου. Και αυτή η αναμεταξύ τους ενέργεια περνάει αβίαστα στο κοινό, το σημαντικότερο στοιχείο για μια ανεξίτηλη θεατρική εμπειρία.
Ζωή Τόλη, Είδαμε την παράσταση «Η κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη, στο θέατρο Σταθμός, σε σκηνοθεσία του Μάνου Καρατζογιάννη | Enetpress
Ο Μάνος Καρατζογιάννης στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Παύλου έχει μία ερμηνεία πολλών καρατίων. Οι προβληματισμοί και η αγωνία της ψυχής του καθρεφτίζονται στο πρόσωπο και στα μάτια του. Το ίδιο και οι εκρήξεις του. Είναι μία από τις πολύ σημαντικές ερμηνείες του Μάνου Καρατζογιάννη. Ενσαρκώνει άψογα τον ψυχισμό του ήρωά του. Ναι, ο Μάνος Καρατζογιάννης έχει την στόφα του μεγάλου ηθοποιού και μας το αποδεικνύει περίτρανα για άλλη μια φορά. Καίριος και πειστικός ο Γιώργος Ζιόβας, στον ρόλο του ηλικιωμένου πατέρα, πρώην ταγματασφαλίτη και που η ζωή του άλλαξε μετά το εγκεφαλικό. Η Σμαράγδα Σμυρναίου, η Μαρίτσα, η μάνα, η μόνη φωτεινή πλευρά της ζωής, αγωνιά για τα παιδιά του άνδρα της που τα νιώθει και τα προστατεύσει σαν δικά της παιδιά. Είναι η ηρωίδα που παλεύει για ένα καλύτερο μέλλον. Η αισιόδοξη πλευρά της ζωής. Η Σμαράγδα Σμυρναίου μας χαρίζει μία μεστή, πειστική, εξαιρετική ερμηνεία που μας συγκινεί. Ο Γιώργος Δεπάστας στον ρόλο του αριστερού φίλου της οικογένειας. Ειρωνικός, υποτιμητικός για τα υπόλοιπα πρόσωπα του έργου. Ένας λαϊκός τύπος που δεν παραδέχεται τα σφάλματά του. Μια καλοδουλεμένη ερμηνεία με απίστευτη σκηνική άνεση. Η Ερμίνα Κυριαζή ενσαρκώνει με βαθειά ενσυναίσθηση την Καίτη, μια γυναίκα χωρίς μόρφωση που δουλεύει ολημερίς για μια καλύτερη ζωή. Τo ξέσπασμά της στα ειρωνικά σχόλια του αριστερού συντρόφου της είναι συγκλονιστικό. Μια δυναμική γυναίκα σε μια δυναμική ερμηνεία που μαγνητίζει. Η Βάσω Καμαράτου, η Βαγγελιώ, η ξαδέλφη που μόλις ήρθε στην Αθήνα από το χωριό της, είναι η κακοποιημένη σύζυγος. Μια ερμηνεία αληθινή και συγκινητική. Η Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη, η δεκαοκτάχρονη Κατερίνα είναι ερωτευμένη με τον Παύλο και τον βλέπει καθημερινά να αλλάζει και να κλείνεται στον εαυτό του. Χτίζει με μαεστρία και σκηνική άνεση τον ρόλο της. Μια νεαρή ηθοποιός με μεγάλο ταλέντο υποκριτικής. Ο Γιάννης Τσουμαράκης είναι ο νεαρός Γιωργάκης. Εξαιρετικός στον ρόλο ενός νέου με ζωή και όνειρα. Μια σκηνική παρουσία γεμάτη ορμή. Η παράσταση «Η Κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη είναι μια εξαιρετική παράσταση που αγγίζει τις ψυχές μας. Μας συγκινεί και μας συγκλονίζει. Μια παράσταση – διαμάντι όπως μας έχει συνηθίσει το θέατρο ΣΤΑΘΜΟΣ τα τελευταία χρόνια.
Βίβιαν Μητσάκου, Είδα την παράσταση «Η ΚΑΣΕΤΑ» - Theater Project 365
Η παράσταση ακολουθεί μια εξαιρετική ροή, έχει ρυθμό, εντάσεις που εξυπηρετούν το έργο καθώς οι ηθοποιοί κλιμακώνουν ανά σκηνή δίνοντας χώρο στην δραματουργία να ανελιχθεί. Είναι ενδιαφέρον πως αποκλίνουν από την πιθανότητα ενός ερμηνευτικού κρεσέντο προς χάριν της δραματουργίας, όλοι μαζί σε ένα πραγματικό θέατρο συνόλου. Τα σκηνικά και τα κοστούμια (Άγγελος Αγγελής) μεταφέρουν απόλυτα το ρεαλιστικό στοιχείο του έργου, αλλά οι φωτισμοί (Άγγελος Παπαδόπουλος) φέρουν το στοιχείο του αντι-ήρωα Παύλου και της πάλης προς την Μεγάλη Πράξη. Η μουσική (Γιώργος Ανδρέου) είναι σημείο κατατεθέν της πορείας και της ζωής της συγγραφέα, καθώς τα κομμάτια που επιλέγονται σχετίζονται ποικιλοτρόπως με την ίδια ή τον Γιώργο Χειμωνά. Το έργο της Αναγνωστάκη επανέρχεται δυναμικά ξανά και ξανά στις ελληνικές θεατρικές σκηνές, δείχνοντας την προτίμηση κοινού και συντελεστών για την δραματουργία της, “[...] Γιατί τα βασικά υλικά της Αναγνωστάκη είναι η αλήθεια, η αξιοπρέπεια και η δύναμη ψυχής [...]” όπως γράφει και η Ειρήνη Μουντράκη. Η παράσταση που σκηνοθετεί ο Μάνος Καρατζογιάννης φέρει περίτρανα την ιστορικότητα του έργου, ως προς το πολιτικό - κοινωνικό γίγνεσθαι, και φωτίζει διακριτικά την ποιητικότητα της ύπαρξης του Παύλου, το μετέωρο πριν την Μεγάλη Πράξη, την συστροφή της συναναστροφής.
Νάγια Παπαπάνου, Η Κασέτα - Κριτική (boemradio.com)
Ο Μάνος Καρατζογιάννης διεισδύει τόσο σκηνοθετικά, όσο κι ερμηνευτικά στο έργο, περνώντας τα νοήματα του αλλά και τη σημασία που έχει στο σήμερα. Κέντρο βάρος του ο άνθρωπος, οι αξίες της ζωής, αλλά και η προσαρμογή απλών ανθρώπων από την επαρχία στην πόλη, την περίοδο μετά τον Εμφύλιο. Τα πρόσωπα του έργου είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας που μπορεί να τους συναντήσεις και στο σήμερα. Το έργο μπορεί να μιλάει για τη ζωή της Αθήνας το 1980, αλλά αντέχει στον χρόνο και πραγματεύεται διαχρονικά ζητήματα. Αυτό βγαίνει επί σκηνής, μέσα από την άρτια σκηνοθεσία, αλλά και τις καλοδουλεμένες ερμηνείες των ηθοποιών. Η παράσταση έχει ροή, ένταση, πολλή σκέψη, αλλά κι έντονο προβληματισμό. Δεν είναι τυχαίο που αυτό το έργο της Λούλας Αναγνωστάκη είναι αναρχικό αλλά και καθόλα ανατρεπτικό. Χωρίς υπερβολές και υπεκφυγές, η παράσταση ξεχωρίζει για τη ζωντάνια, την αμεσότητα και την παραστατικότητα, αφού κερδίζει σε λόγο και ερμηνευτική προσέγγιση. Επί σκηνής, απολαμβάνουμε ηθοποιούς διαφορετικών γενεών που ενώνουν το ταλέντο τους και με την εξαιρετική τους χημεία, κερδίζοντας το πιο δυνατό μας χειροκρότημα. Το έργο ακροβατεί ανάμεσα στην κωμωδία και το δράμα. Ο κλαυσίγελος επικρατεί στα πρόσωπα των θεατών κι όχι άδικα. Τα όσα πραγματεύεται το έργο και η παράσταση μας απασχολούν ακόμη και σήμερα. Η θέση της γυναίκας στην κοινωνία, η πατριαρχία και τα κατάλοιπά της, η κοινωνική μόρφωση, κ.α. Η παράσταση έχει έντονες στιγμές, αλλά και πολλή δόση χιούμορ. Αυτό δεν τη καθιστά μονότονη, ενώ θα βγεις από το θέατρο συγκινημένος και γεμάτος σκέψεις. Ένα νεοελληνικό έργο με ουσία, παίρνει σάρκα και οστά και μας διδάσκει πως οι λέξεις αποκτούν φωνή όταν τις χρειαζόμαστε. Και ειδικά όταν αυτές οι λέξεις επιθυμούν ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ!
Θάνος Ξάνθος, Η Κασέτα: Είδαμε την παράσταση - Οι εντυπώσεις μας (youfly.com)
Από αυτή την άποψη, τα καλογραμμένα έργα αντέχουν στον χρόνο, ειδικά όταν ευτυχήσουν να βρουν παθιασμένους θεατρανθρώπους αποφασισμένους να τα εκσυγχρονίσουν σε αποδεκτές σκηνικές πραγματώσεις σε παρόντα χωροχρόνο. Εκείνο το «εδώ και τώρα» που πρωτακούσαμε στον πολιτικό λόγο την δεκαετία τού 1980 σηματοδοτεί πλέον τα γραπτά και τα παραστατικά μας δρώμενα (ακόμα και τα διανοητικά παραστρατήματά μας εκτός νοησιαρχικών πλαισίων). Αξιέπαινοι όλοι οι συντελεστές που κινήθηκαν σε αυτή τη ρηχή σκηνή σχεδόν μετωπικά σε άψογες κινησιογραφίες. Τα ονόματά τους αξίζουν κάθε ευφήμου μνείας: Ερμηνεύουν (αλφαβητικά): Γιώργος Δεπάστας, Γιώργος Ζιόβας, Βάσω Καμαράτου, Μάνος Καρατζογιάννης, Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη, Ερμίνα Κυριαζή, Σμαράγδα Σμυρναίου, Γιάννης Τσουμαράκης. Αποτελεσματικότατα συνεργάστηκαν (ως φαίνεται) οι συντελεστές αυτής τής ιστορίας σηματοδοτήσεως παραστάσεως. Μην το χάσετε!!! Μπορεί τα πράγματα να άλλαξαν, τα προβλήματα όμως παραμένουν κι οι βαθιά ριζωμένες παθογένειες αθεράπευτες δυσχεραίνουν εισέτι τη ζωή μας. Ανακαλύψτε αυτό το διόλου παραμυθικό σύμπαν τής ηθελημένα αινιγματικής Λούλας Αναγνωστάκη.
Κωνσταντίνος Μπούρας, ✩ «Η ΚΑΣΕΤΑ» της Λούλας Αναγνωστάκη σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη στο πάντα αναζητητικό και περιζήτητο «Θέατρο Σταθμός». • Fractal (fractalart.gr)
Εξαιρετική η πρωτοβουλία του Μάνου Καρατζογιάννη, με μια μοναδική ερμηνεία στο ρόλο του Παύλου και ουσιαστική η σκηνοθεσία του. Την εμπνευσμένη επιλογή έργου υποστήριξαν τα σκηνικά και κοστούμια του Άγγελου Αγγελή, η μουσική του Γιώργου Ανδρέου και οι φωτισμοί του Άγγελου Παπαδόπουλου. Μια παράσταση για ένα πρόσωπο της Ελλάδας, που είναι ακόμα παρόν γύρω μας. Μια παράσταση που οπωσδήποτε πρέπει να τη δουν όλοι και να προβληματιστούν.
Μαρία Μαρή, «Η Κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη. Παράσταση που όλοι πρέπει να δουν και να προβληματιστούν - Cat Is Art
Συνολικά, ήταν μια παράσταση που επέλεξε τον ρεαλιστικό δρόμο αλλά άγγιξε με σεβασμό και αγάπη το συγκλονιστικό κείμενο της Λούλας Αναγνωστάκη και μας το χάρισε ατόφιο.
Όλγα Σελλά, «Η κασέτα» της Λούλας Αναγνωστάκη εξακολουθεί να παίζει (της Όλγας Σελλά) | ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ Ο ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΤΕΧΝΕΣ (oanagnostis.gr)
Το 1982 έγραψε το έργο η Λούλα Αναγνωστάκη, έναν χρόνο αργότερα από τη σαρωτική έλευση του "ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει δεξιά" ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Κι αν η συγγραφέας, παρατηρώντας προσεκτικά τα γεγονότα και τις συνθήκες, προέβλεπε χωρίς να το γνωρίζει όλα όσα θα ακολουθούσαν, ο Μάνος Καρατζογιάνης, στην τρυφερή αυτή ανάγνωση του κλασικού θεατρικού, έχει το πλεονέκτημα να σχολιάσει από το δικό μας παρόν τις τέσσερις δεκαετίες που μεσολάβησαν. Η "Κασέτα" στο θέατρο Σταθμός, διαδραματίζεται σαφώς στα '80s, αλλά κατά κάποιον μαγικό τρόπο μέσα από τη θεώρηση με την οποία τα αναπολούμε σήμερα. Εάν η Λούλα Αναγνωστάκη από το δικό της παρόν έκανε προβολή στο δικό μας σήμερα, ο Μάνος Καρατζογιάννης σχολιάζει και καυτηριάζει το δικό μας τώρα ανατρέχοντας στο παρελθόν, κι αυτό είναι που καθιστά το δικό του ανέβασμα μοναδικό. Όμως, υπάρχουν ακόμα δύο στοιχεία που κάνουν την παράσταση να ξεχωρίζει. Από τη μία είναι το χιούμορ του, υπόγειο, μαύρο αλλά πανταχού παρόν, να ενισχύει την αληθοφάνεια αλλά και τη vintage ματιά του στο παρελθόν, με υπαινικτικές ερμηνευτικές αναφορές στις ταινίες της εποχής. Από την άλλη, είναι διάχυτη όπως πάντα η ειλικρινής και βαθιά ευαισθησία με την οποία "διαβάζει" τους ανθρώπους σε κάθε παράσταση που σκηνοθετεί. Όπως έπραξε και στο υπέροχο "Γάλα" λίγους μήνες νωρίτερα, έτσι και στην "Κασέτα" δεν φοβάται το συναίσθημα ούτε διστάζει να βρει τις πιο στρογγυλεμένες γωνίες στους χαρακτήρες που διαχειρίζεται, εμβαθύνοντας στο σύνολο της ύπαρξής τους και φωτίζοντας όποιο ίχνος καλοσύνης τούς έχει απομείνει. Επί σκηνής, στον ρόλο του Παύλου, ο Μάνος Καρατζογιάννης δίνει χρόνο στον εαυτό του να μπει στο κέντρο του προβολέα, σερβίροντας μικρές δόσεις του χαρακτήρα έως ότου εφορμά με ψυχική δύναμη και ερμηνευτική λιτότητα στη δεύτερη πράξη, όταν η φυσικότητα με την οποία αποδίδει λέξεις και η ειλικρίνεια του βλέμματος αποκαλύπτουν τον Παύλο στην ολότητά του, απόλυτα συνειδητοποιημένο και απελευθερωμένο. Απλά σπουδαία η Σμαράγδα Σμυρναίου στον ρόλο της Μαρίτσας, σε κάνει να πιστεύεις πως κρυφοκοιτάς το σπιτικό της και παρακολουθείς τη ζωή της εν αγνοία της. Υπέροχη στις ερμηνευτικές εναλλαγές της κάθε φορά που απευθύνεται σε διαφορετικό άτομο, μας κάνει δώρο μια συναρπαστική στο κάθε της δευτερόλεπτο Μαρίτσα, χειριστική, μητριαρχική, αλλά τίμια και ξεκάθαρη στις προθέσεις της. Εξίσου συναρπαστική η Καίτη της Ερμίνας Κυριαζή, βαθιά εναρμονισμένη με τον χρόνο δράσης του έργου και με ερμηνευτικές αναφορές σε αντίστοιχους ρόλους του τότε στο σινεμά ή στην τηλεόραση, χτίζει σταδιακά τον χαρακτήρα της για να φτάσει στην κορύφωση της δεύτερης πράξης όταν απλά σε αφήνει άφωνο με τη συγκρατημένη αλλά εξουθενωτική ψυχικά έκρηξη που επιφυλάσσει. Ο επί σκηνής σύντροφός της Γιώργος Δεπάστας, στον ρόλο του οικογενειακού φίλου και κολλητού του Παύλου, του Σπύρου, προσφέρει μια ξεκάθαρη και σταθερά ρεαλιστική ερμηνεία, έξυπνα επιφανειακή φαινομενικά, όσο επιφανειακά διαχειρίζεται και ο ίδιος τη ζωή του αλλά και όσο επιφανειακή και ανερμάτιστα αλαζονική είναι και η συμπεριφορά του. Η Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη, στον ρόλο της εμμονικά ερωτευμένης με τον Παύλο Κατερίνας, φλερτάρει επιτυχώς με την υπερβολή χωρίς να ξεπερνά τα όρια, έχοντας να διαχειριστεί έναν ούτως ή άλλως ακραίο χαρακτήρα, φορτικό, ανεύθυνο και εκνευριστικά εγωιστή. Στον ρόλο της μητέρας της και αδελφής της Μαρίτσας, η Βάσω Καμαράτου καταφεύγει σε μια ερμηνεία ήπιου πόνου βγαλμένη λες από τα ελληνικά μελό με τα οποία μεγάλωσε η Βαγγελιώ, κουβαλώντας στους ώμους της μια ζωή κρυμμένη στη σκιά και ένα μυστικό που δεν ειπώθηκε ποτέ. Ορμητικός και αθώα συγκινητικός ο Γιάννης Τσουμαράκης στον καταλυτικό ρόλο του Γιώργου, του έφηβου αδελφού του Σπύρου, νιώθει τόσο πολύ τον χαρακτήρα του που νομίζεις πως ταξίδεψε στο σήμερα από τα "Τσακάλια" του Δαλιανίδη. Θεατρικής αρμονίας και ειδικού βάρους η παρουσία του Γιώργου Ζιόβα στον ρόλο του πατέρα, ο οποίος επιφυλάσσει και μια συνταρακτική σκηνή.
Μάνος Θηραίος, Θέατρο - Η κασέτα (2024) (mymovie-diary.blogspot.com)
Χάρη στην υποκριτική δεινότητα του Μανού Καρατζογιάννη βλέπουμε την εξέλιξη αυτού του χαρακτήρα που εγείρει την συμπάθεια και την κατανόησή μας μέχρι το τέλος. Όμως όλοι χαρακτήρες είναι γραμμένοι με τόση μαεστρία που φαίνεται να είναι εξίσου σημαντικοί στη διάρκεια του έργου. Η Σμαραγδα Σμυρναιου ερμηνεύει συγκλονιστικά την Μαρίτσα. Μια γυναίκα που καταφέρνει να επιβιώνει και να προσφέρει στους γύρω της με όποιον τρόπο μπορεί. Είναι η μάνα, η θεία, η αδελφή που όλοι θα ήθελαν να έχουν. Έχοντας περάσει μία ζωή όπου έβαζε πάντα τους άλλους μπροστά καταφέρνει σε μεγάλη ηλικία να κάνει ένα όνειρό της πραγματικότητα κάνοντας μια καινούργια αρχή, και γεμίζοντας με ελπίδα τους θεατές. Μία ξεχωριστή νότα φέρνει στο έργο ο χαρακτήρας της Καίτης. Η Ερμίνα Κυριαζή καταφέρνει να δικαιώσει την Καίτη δίνοντας της, με την αφοπλιστική ερμηνεία της, τον χώρο να πρωταγωνιστήσει και εκείνη. Η Καίτη μέσα από τον υπέροχα γραμμένο και υπέροχα παιγμένο μονόλογό της, μιλά βαθιά στις καρδιές του κόσμου και διαλύει οποιαδήποτε αρχική εικόνα έχει κάποιος για εκείνη. Από την άλλη πλευρά ο Σπύρος, ο σύντροφός της Καίτης και φίλος του Παύλου, είναι ένας λαϊκός τύπος που προσπαθεί να μικρύνει τους άλλους -και κυρίως την Καίτη- επειδή νιώθει ο ίδιος πολύ μικρός. Ο Γιώργος Δεπάστας, με την πειστική ερμηνεία του, καταφέρνει να κάνει τον Σπύρο συμπαθή αρχικά, αλλά έπειτα να τον ξεγυμνώσει όπως χρειάζεται. Ένα από τα πιο τραγικά κομμάτια της ιστορίας έχει πρωταγωνιστές τον Γιωργάκη τον μικρό αδερφό του Παύλου και τον μπάρμπα-Τάσο τον πατέρα τους. Ο Γιάννης Τσουμαρακης ως Γιωργάκης φέρνει με απόλυτη επιτυχία στη σκηνή την ενέργεια, την αφέλεια, το πάθος της νεότητας. Ταυτόχρονα, ο Γιώργος Ζιοβας κουβαλώντας την υποκριτική του πείρα δίνει στον συντηρητικό μπάρμπα Τάσο μια υποβόσκουσα γλυκά που κάνει τη σκηνή με τον χαμηλών τόνων θρήνο του ακόμα πιο δυνατή. Στη συνέχεια, έχουμε την Βαγγελιώ, αδελφή της Μαρίτσας και την κόρη της Κατερίνα. Η Βάσω Καμάρατου αποδίδει το ρόλο της Βαγγελιώς με ηρεμία και ένα υποκριτικό ύφος που σε ταξιδεύει με έναν όμορφο τρόπο στην εποχή που έζησαν οι χαρακτήρες. Από την άλλη, η ταλαντούχα Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη ως η γυναίκα που άλλαξε με το έτσι θέλω την πορεία της ζωής του Παύλου. Η Κατερίνα ξεκινάει με μία νευρικότητα η οποία καταλήγει σε νεύρωση μέχρι το τέλος του έργου, αλλά σε όλη αυτήν την πορεία βλέπουμε την βαθιά της αγάπη/εμμονή για τον Παύλο. «Η Κασέτα» στο θέατρο Σταθμός είναι μια παράσταση που αξίζει να δείτε για το χθες που κουβαλάει, αλλά και για τη συνομιλία της με το σήμερα και το αύριο.
Στέλλα Τρέχα, Είδαμε την παράσταση «Η Κασέτα» στο θέατρο Σταθμός | ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ | deBóp (debop.gr)
Εξαιρετική η επιλογή του Μάνου Καρατζογιάννη το έργο “Η Κασέτα” της Λούλας Αναγνωστάκη. Επίσης, επιτυχής και η επιλογή των ηθοποιών. Ερμηνείες και σκηνοθεσία, άρτια. Διαπραγματεύεται θέματα της ελληνικής οικογένειας που προκύπτουν και λύνονται ή παλεύεται η λύση τους γύρω από ένα τραπέζι. Ό ίδιος υποδύεται τον κεντρικό ήρωα, τον Παύλο. Μικρός ορφάνεψε από μητέρα. Αυτό τον σημάδεψε για πάντα, καθώς και η ζωή, στο μικρό χωριό που ζούσαν. Τώρα πια στην Αθήνα, προσπαθεί ν’ αποδράσει από την καθημερινότητα καταγράφοντας τις σκέψεις του σε ένα κασετόφωνο. Σκέψεις που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την καταπίεση που υφίσταται από τους γύρω του: από την αρραβωνιαστικιά του που μένει έγκυος και τον υποχρεώνει να την παντρευτεί, τους φίλους του, τον άρρωστο πατέρα ή ακόμη και από τον θάνατο του αδελφού του, που σκοτώθηκε πανηγυρίζοντας τη νίκη μιας ποδοσφαιρικής ομάδας. Ο ρόλος της μητέρας καταλυτικός. Μια μητριά, που στάθηκε πραγματική μητέρα με αγάπη κι αφοσίωση σ’ εκείνον και στον μικρότερο αδερφό του. Μια μάνα που ασχολήθηκε ουσιαστικά να μάθει και να φροντίσει αυτά τα παιδιά, παρότι δεν τα γέννησε, κρατώντας στοιχειώδη αρμονία στην οικογένεια. Ο πατέρας, μετά από εγκεφαλικό, δεν χάνει ευκαιρία να κατηγορήσει την νέα γενιά, όπως γίνεται συνήθως και να υπερηφανεύεται που αγωνίστηκε και πολέμησε για την ελευθερία της πατρίδας. Για τον Παύλο δεν υπάρχει διαφυγή ούτε έξω από το σπίτι αφού και η πόλη ολόκληρη με τους θορύβους της τον πνίγει. Απομονώνεται σταδιακά στο δωμάτιό του για να ακούει τις κασέτες με τις σκέψεις του, κασέτες που θέλει να τις στείλει στον “ηρωποιημένο” Τούρκο δολοφόνο που ταυτίζει με έναν μουσουλμάνο συμμαθητή του. Η αυτοκτονία θα αποτελέσει τελικά πράξη λύτρωσης. Αυτό που προκύπτει τελικά από αυτήν την όμορφη και άρτια παράσταση, είναι πως, μέσα στην ασφυκτική καθημερινότητα που ζούμε, ο ένας υποτιμά επιδεικτικά τον άλλον, για να ξεχωρίσει, με αποτέλεσμα ν’ απομακρύνεται η ομοψυχία και να κυριαρχεί ο ατομισμός. Μια παράσταση που γεμίζει την ψυχή του θεατή. Μην τη χάσετε.
Πόπη Αρωνιάδα, "Η Κασέτα" στο Θέατρο Σταθμός - slpress.gr
Η συγγραφέας είπε για την κασέτα: "τα πρόσωπα του έργου προέρχονται από τον οικείο γύρω μας κοινωνικό χώρο. Μετέωροι ανάμεσα στην πρωτόγονη ύπαιθρο απ' όπου κατάγονται και το αφιλόξενο τοπίο της πόλης όπου μετανάστευσαν, προσπαθούν να επιβιώσουν μ' έναν σπασμωδικό κι εύθραυστο ρεαλισμό." Το παποράκι του Μπουρνόβα και ο ήχος των ειδήσεων της τηλεόρασης είναι μερικά από τα ηχοτοπία της παράστασης που επέλεξε ο Γιώργος Ανδρέου με την διεισδυτικά ευαίσθητη μουσική του. Κι εμείς μπαρκάρουμε για να ταξιδέψουμε στο άχρονο ή διαχρονικό πεδίο του έργου. Μια οικογένεια κι ένα φιλικό ζευγάρι αντιπροσωπεύουν εδώ την επιβιωτική ζήση, τον πόνο της μετανάστευσης, την προσαρμογή σε μια εποχή που αλλάζει κι απαιτεί κι εσωτερικές αλλαγές.Τα τέσσερα στοιχεία του ορατού κόσμου. Ένα πέμπτο στοιχείο, αιθερικό, είναι ο Παύλος που είναι έξω απ' όλο αυτό. Λες και δεν είναι απόλυτα πραγματικός. Λες και υπάρχει εκεί μόνο για να εξισορροπεί τις συγκρούσεις, τις αντιστάσεις στο καινούργιο και να δίνει μια νότα ποίησης, σαν κάτι "απ' αλλού φερμένο" όπως έγραψε ο μεγάλος μας Οδυσσέας Ελύτης. Με το ένα πόδι στη γη και με το άλλο έξω απ' αυτήν. Λες και η Αναγνωστάκη όρισε για μοίρα του μια άλλη πατρίδα και τον έβαλε να την ονειρεύεται μέχρι να την βρει. Υπέροχα ποιητικός ο Μάνος Καρατζογιάννης ως Παύλος. Από τους καλύτερους ρόλους που έχει ερμηνεύσει. Ευαισθησία, εσωτερικότητα, όνειρο, εκφραστικότητα. Ένα ελεύθερο πουλί που δεν χωράει μέσα στα στενά πλαίσια του κόσμου τούτου. Βλέμμα μακρινό κι ονειροπόλο, μελαγχολία και πόνος, όραμα σε κάτι άλλο μακρινό που καθρεφτίζεται μέσα στα μάτια του. "Πρέπει να βρει ένα νόμισμα η ζωή αφού δεν είναι ούτε ο έρωτας" γράφει ο Ελύτης. Αυτό το νόμισμα ψάχνει ο Παύλος. Το κομμάτι του Παύλου για μένα είναι η αριστοτεχνική πρόθεση της συγγραφέως να ενώσει το παρελθόν με το παρόν και το μέλλον, τους συμβιβασμούς με την ελευθερία, τον κόσμο τούτο με μια άλλη διάσταση. Κομβικό σημείο του έργου, όταν μαθαίνει ο Παύλος την επαναστατική πράξη ενός παιδικού του φίλου. Συνδυάζει την απόπειρα δολοφονίας του Πάπα Ιωάννη από τον Τούρκο Αλί Αγκτσά, με τον παιδικό του φίλο και πιστεύει ότι αυτός είναι ο Τούρκος επαναστάτης. Το επαναστατικό πνεύμα που υποβόσκει μέσα του τώρα παίρνει σάρκα και οστά. Αποκτά υπόσταση. Μια άλλη μεγάλη ερμηνεία είναι της Σμαράγδας Σμυρναίου στο ρόλο της Μαρίτσας. Γλυκιά, ευγενική και διπλωμάτισσα, προσπαθεί να συμβιβάσει ακραίες τάσεις και να κατασιγάσει τις εντάσεις της οικογένειας. Είναι η αρχόντισσα στον κόσμο της ύλης και διαχειρίζεται το αξίωμα της με εκπληκτική μαεστρία. Αξιόλογη στάμπα στο θεατρικό γίγνεσθαι η ερμηνεία της. Αφοπλιστικά φυσικές οι ερμηνείες των: Γιώργου Δεπάστα (Σπύρος), Σταύρος Μερμήγκης (πατέρας), Βάσως Καμαράτου (Βαγγελιώ), Αναστασίας Ραφαέλας Κονίδη (Κατερίνα), Ερμίνας Κυριαζή (Καίτη), και Γιάννη Τουμαράκη (νεαρός γιος). Η σκηνοθεσία του Μάνου Καρατζογιάννη φωνάζει τον σεβασμό και θαυμασμό του για την συγγραφέα. Σαν ένα είδος συστημικής αναπαράστασης, τοποθετεί τους ήρωες πάνω στη σκηνή και τους αφήνει ελεύθερους να ζήσουν τις ιστορίες τους, παρακολουθώντας απέξω σαν ένας στοργικός και φροντιστικός παρατηρητής. Ωστόσο στην σκηνοθετική γραμμή του είναι ξεκάθαρος ο ρυθμός, η καθαρότητα κι ευκρίνεια των προσώπων, η δύναμη της ζωής που ρέει γύρω μας και μέσα μας και η καταλυτική δύναμη του οράματος για έναν άλλο καλύτερο κόσμο. Κι όλα αυτά υφασμένα με την αγάπη του σκηνοθέτη για το έργο της Λούλας Αναγνωστάκη και για το θέατρο. Στην κασέτα βλέπουμε την πρόθεση της συγγραφέως να εξωραΐσει τον κόσμο της βαριάς ύλης και να γειώσει μέσα σ' αυτόν, τον άλλο κόσμο τον αθέατο. Είναι ένα κομμάτι της ψυχοσύνθεσης της που ποθεί παθιασμένα να σηκωθεί αυτός ο κόσμος "λίγο ψηλότερα". Η κασέτα είναι μια από τις σπουδαίες παραστάσεις της σεζόν που πέρασε αλλά και αυτής που μόλις άρχισε. Και είναι σπουδαία γιατί εκτός από την σκηνοθεσία και τις ερμηνείες της, επιχειρεί να γεφυρώσει, να ενώσει, προσπαθεί να αντιταχθεί στον διαχωρισμό που βλέπουμε γύρω μας σήμερα. Και διά σκηνοθετικού χειρός το κατορθώνει!
Λένα Σάββα, Είδαμε την Κασέτα της Λούλας Αναγνωστάκη στο θέατρο Σταθμός (xn--mxahi4ajr.gr)
Ο Μάνος Καρατζογιάννης υπογράφει μια σκηνοθεσία που αγκαλιάζει τον θεατή από την είσοδό του στο θέατρο, μέχρι και την έξοδο. Η δράση μοιάζει να μη σταματά σε εκείνα τα λίγα τετραγωνικά και οι ζωές των ηρώων μοιάζουν να συνεχίζουν έπειτα από μια μικρή ανάπαυση στο σκοτάδι. Οι ερμηνείες όλου του θιάσου είναι αφοπλιστικές, με τις έμπειρες Σμαράγδα Σμυρναίου και Ερμίνα Κυριαζή να δημιουργούν ένα απολαυστικό δίδυμο, με μια θαυμάσια Αναστασία Ραφαέλα Κονίδη που κάνει την διαφορά και συναρπάζει σε έναν ρόλο με αμέτρητα συναισθηματικά σκαμπανεβάσματα και με τον Γιάννη Τσουμαράκη να δίνει τρομερή νεανική ενέργεια όπως ο ρόλος του το απαιτεί. Η αγωνία και η θλίψη τυλίγουν όλη τη σκηνική παρουσία της Βάσως Καμαράτου, ενώ ο Γιώργος Ζιόβας και ο Γιώργος Δεπάστας ολοκληρώνουν έναν αριστουργηματικό θίασο με γλυκόπικρες δόσεις χιούμορ. Με κοστούμια που φέρνουν μιάν άλλη εποχή στο σήμερα και σκηνικά που φωτίζουν την διαχρονικότητα του θεατρικού έργου (σε επιμέλεια αμφότερα του Άγγελου Αγγελή), η «Κασέτα» αποτελεί μία από τις πιο ολοκληρωμένες παραστάσεις που είδαμε την φετινή σεζόν. Και για όσους δεν προλάβατε να την δείτε μέχρι τις 26 Μαΐου που έριξε αυλαία, η παράσταση θα επιστρέψει σύντομα στο Θέατρο Σταθμός. Υ.Γ. Θέλω να σταθώ και στο εξαιρετικό φινάλε της παράστασης, μια πινελιά που υπογραμμίζει το προσωρινό τέλος μια ιστορίας που έχουμε δει και θα ξαναδούμε στο μέλλον: ένα αναμμένο τσιγάρο να καίει στο τασάκι του τραπεζιού και το μοναδικό αχνό φως να στρέφεται πάνω του.
Θανάσης Πάνου, Η Κασέτα Λούλα Αναγνωστάκη – Μάνος Καρατζογιάννης Θέατρο Σταθμός (xn--mxahi4ajr.gr)
Μαγεμένος ξανά μετά από 42 χρόνια από την συνταρακτική Κασέτα χτες στο θέατρο Σταθμός από τον Μάνο Καρατζογιάννη, έχω την αίσθηση ότι από το 1982 μέχρι σήμερα λίγα ελάχιστα πράγματα γράφτηκαν, ανέβηκαν σε σκηνές, σκηνοθετήθηκαν, ελάχιστες παραστάσεις έγραψαν ή μάλλον πλησίασαν την συγκίνηση και έδωσαν σώμα και φωνή στο ανείπωτο και συνομίλησαν τόσο καίρια με τον αληθινό εαυτό μας και την ταυτότητά μας. Και ξαφνικά η κομμένη ρίζα που ανήμποροι κρατάμε συνδέθηκε. Η γλώσσα αναγνωρίσθηκε. Κάτι βαθύ μέσα μας αναδεύτηκε. Στις ακτές της πόλης της Λούλας Αναγνωστάκη. Οι ήρωες κάτοικοι των ορίων, των παρυφών. Κάτοικοι ενός τοπίου συνοριακού, που κουβαλάνε μέσα στους εαυτούς τους κάτι ακριβό, από παλιά, από καταγωγής, από το παρελθόν, μια ρίζα. Φέρουν μέσα τους κάτι που νοσταλγούν και παλεύουν να το κρατήσουν. Μα χάνεται κι εκείνο όπως κι αυτοί. Οπως και οι ίδιοι χάνονται και φθίνουν, αλλάζουν μεταλλάσσονται, για να επιβιώσουν. Ανένταχτοι, περιπλανώμενοι flaneur που περπατάνε μέσα σε έναν κόσμο ξένο. Όπως κι εμείς οι θεατές ανήμποροι κρατάμε στο χέρι μας, απορημένοι, μια κομμένη ρίζα. Γιατί εκείνο το τόπι που πέταξε τότε γενναιόδωρα η Αναγνωστάκη και ο Κάρολος Κουν έφτασε μέχρι σήμερα χωρίς να το πιάσει και να το συνεχίσει δυστυχώς με επιτυχία κανείς. Εκεί είμαστε ακόμα, εκεί μείναμε. Σ αυτό που περιέγραψαν αυτοί οι σπουδαίοι άνθρωποι. Που κρατούσαν τη ρίζα μας ενωμένη. Ως εκεί ξέρουμε. Η αφήγηση έχει διακοπεί. Και μείναμε εδώ χωρίς αιτία και συνέχεια. Αυτό είναι το επίκαιρο της Κασέτας σήμερα, που μας συγκινεί βαθιά στους ήρωές της. Ο Μάνος Καρατζογιάννης με ένα μαγικό μικρό και άπιαστο επεμβαίνει ανεπαισθήτως. Ενώ η ρυθμολογία του έργου είναι αυστηρή και η συγγραφέας την κρατάει με δύναμη, γιατί εδώ ο ρυθμός όχι μόνο υποδεικνύει τις σωματικές μεταβάσεις των ηρώων αλλά είναι και ο ερμηνευτής της πόιησής της. Ενώ η Αναγνωστάκη λοιπόν δίνει και την κλεψύδρα και το υλικό που τρέχει μέσα στην κλεψύδρα και μπαίνει θριαμβευτικά από τη μορφή, από το κέλυφος, στην ουσία, στον πυρήνα, ο Καρατζογιάννης λιγότερο «υπαίθριος» ο ίδιος από τον αρχικό Παύλο, γέρνει λίγο, ένα χιλιοστό του χιλιοστού τον άξονα του έργου προς την Μαρίτσα. Και δίνει την ευκαιρία στην σπουδαία Σμαράγδα Σμυρναίου να δώσει μια μεγάλη ερμηνεία στο ύφος των ηρωίδων της συγγραφέως πάντα. Κι ανοίγει και μια μικρή πόρτα έτσι ο Μάνος Καρατζογιάννης με αυτή τη μικρή μετατόπιση προς την Μαρίτσα. Σε μια νέα θεώρηση. Κι ο θόρυβος από μέρες παλιές γυρνάει και γίνεται μελωδία.
Αλέξης Κανάτας, Facebook
Μύρισε Λούλα Αναγνωστάκη... άνοιξη στο Μεταξουργείο... Δεν ξέρω αν υπάρχει θεατρικό έργο που να αποτυπώνει καλύτερα τη συμπιεσμένη κοινωνία των αρχών της δεκαετίας του 1980 στην Αθήνα... ''Η κασέτα'', τίτλος του κειμένου και αντικείμενο - σύμβολο εκείνης της εποχής μαζί με το κασετόφωνο, τη μηχανή την τετρακοσάρα, το μπλουζάκι χωρίς μανίκια με τα μπράτσα έξω, τα χαρακτηριστικά γυαλιά ηλίου που φορούσαν οι νεότεροι άντρες, τις αυλές που ακόμα καλά κρατούσαν αλλά και τα πειρατικά ταξί... Δύο ώρες που κυλούν σαν νερό (και χωρίς διάλειμμα, δεν κουράζεται ο θεατής ούτε λεπτό, τελειώνει, έρχεται η ώρα της υπόκλισης και αναρωτιέσαι πότε και πώς πέρασε η ώρα...). Μια παράσταση - ταξίδι, μια παράσταση – όνειρο.
Μαρίνα Αποστόλου, Facebook
Η «Κασέτα» της Αναγνωστάκη είναι ένα έργο αντάξιο της «Αυλής των Θαυμάτων»: εξηγεί το Νεοέλληνα στη ρίζα του με τον πιο αφοπλιστικό τρόπο. Είμαστε τυχεροί που έχουμε τον Μάνο Καρατζογιάννη να την κατανοεί τόσο βαθιά. Γενικά δείτε την να καταλάβετε ποιοι είμαστε.
Γεράσιμος Ευαγγελάτος, Facebook
Μια παράσταση ενός εξαιρετικού ελληνικού κειμένου που παρ' όλη την ηλικία του δεν έχει χάσει τους συμβολισμούς του και τους ιδεολογικούς του χυμούς. Έχει ρυθμό και πολύ καλή ροή του λόγου, ενώ χτίζει προσεχτικά τους χαρακτήρες, κρατώντας τους οικείους και αναγνωρίσιμους στο μέσο θεατή. Δεν απλουστεύει τίποτα και έχει μια συναισθηματική φόρτιση. Που δεν οδηγεί όμως στην υπερβολή. Από τις παραστάσεις που αξίζει να παρακολουθήσει το θεατρόφιλο κοινό.
Γιώργος Χριστόπουλος, ΕΙΔΑΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ «Η ΚΑΣΕΤΑ» ΤΗΣ ΛΟΥΛΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ, ΣΕ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ ΜΑΝΟΥ ΚΑΡΑΤΖΟΓΙΑΝΝΗ - theatrikaprogrammata
Έντονη θεατρική παράσταση που πετυχαίνει το ζητούμενο της συγγραφέα.
Γιώργος Κονίδης, koukidaki: Η κασέτα
Τη δουλειά του Μάνου Καρατζογιάννη την παρακολουθώ χρόνια. Μεταξύ άλλων, είναι από τους λίγους σκηνοθέτες που έχουν αναδείξει με τόσο σεβασμό το νεοελληνικό κείμενο, χωρίς να το σνομπάρει και να το χρησιμοποιεί. Η εργασία που έχει κάνει στην "Κασέτα" της Λούλας Αναγνωστάκη αποτελεί σημείο αναφοράς για ένα από τα σπουδαιότερα πολιτικά έργα της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Την "Κασέτα" την διάβασα πρώτη φορά στη σχολή. Δύσκολο έργο, πυκνό. Δικαίως χαρακτηρίστηκε αναρχικό. Στην πρόβα ζορίστηκα. Αριστερά, εμφύλιος, μεταπολίτευση και η Ελλάδα του σήμερα. Είναι αδυσώπητες οι αλήθειες αυτού του έργου και ο Μάνος τις μεταγραφεί συγκλονιστικά.
Ειρήνη Δρίβα, 20/04/2024, Documento
Τα πρόσωπα της Αναγνωστάκη, όσα χρόνια κι αν περάσουν, δεν θα σταματήσουν να κραυγάζουν σε μία προσπάθεια ύστατης επιβίωσης...Μια σύγχρονη εσωστρεφής τραγωδία.
Ντίνα Καρρά, 13/04/2024
Μια παράσταση που θα γεμίσει το μυαλό σου με σκέψεις που θα αντηχήσουν μέσα σου με την ορμητική δύναμη της λογικής και του συναισθήματος, αποδεικνύοντας πως η τέχνη μπορεί να γίνει πιο πολιτική από την πολιτική.
Παναγιώτης Μήλας, 12/05/2024
Χρωστουμένων συνέχεια, με την "Κασέτα" να έχει σήμερα σειρά! Το πολύ δυνατό έργο της Αναγνωστάκη, ευτυχεί στα χέρια του Μάνου, που τη γνώριζε, την ανέλυσε, τη συζήτησε, την ανακάλυψε εκ βαθέων και μας την παρουσιάζει με ένα δυνατό θίασο! Σήμερα στο Θέατρο "Σταθμός"!
Νίκος Ελευθερίου, 5/10/2024