Πώς θα βλέπαμε τον κόσμο αν ήμασταν ενενήντα χρονών; Θα αποδεχόμασταν το τέλος που πλησιάζει ή θα θέλαμε να πιούμε τη ζωή μέχρι την τελευταία σταγόνα; Μέλος της ομάδας των C for Circus, η Βαλέρια Δημητριάδου, που βραβεύτηκε από την Ελληνική Ένωση Κριτικών Θεάτρου και Παραστατικών Τεχνών για το έργο της Και εφύτευσεν ο Θεός Παράδεισον, δίνει ένα νέο κείμενο με χιούμορ και τρυφερότητα, εγκώμιο στη ζωή.
Ένας ηλικιωμένος άντρας ενενήντα ετών και ο σαραντάρης γιος του. Οι δυο τους σε μια πόλη που τρέχει. Σε μια άγρια πόλη. Ο γέρος, παρότι γέρος, νιώθει σαν μόλις να γεννήθηκε. Κι ο νέος, παρότι νέος, νιώθει λες κι η ζωή του πλησιάζει στο τέλος της. Αδύναμος, τρωτός κι ευάλωτος όπως είναι, αποφασίζει να στείλει τον πατέρα του σε οίκο ευγηρίας. Το μόνο στήριγμα του γέρου είναι η νεαρή φίλη του, ένα ανάπηρο κορίτσι, με το οποίο βρίσκονται καθημερινά στη λίμνη του κεντρικού πάρκου της πόλης. Γιατί ένας ηλικιωμένος άνθρωπος να πρέπει να αποδεχτεί το τέλος; Γιατί να μην μπορεί να βγει έξω, να ερωτευτεί, να κάνει έρωτα; Επειδή όντως δεν μπορεί ή επειδή δεν του το επιτρέπουν όλοι οι άλλοι, εμείς;
Σε μια εποχή σαν τη δική μας που εξιδανικεύει τη νεότητα, η παράσταση αναδεικνύει ένα θέμα ταμπού: τα γηρατειά. Με ζωντανή μουσική επί σκηνής, αφηγείται έναν φανταστικό μικρόκοσμο που αντιστέκεται σθεναρά στο δυστοπικό μας παρόν προτάσσοντας την ενσυναίσθηση και την αλληλεγγύη.