Η ταινία.
Η «Διπλή Ταυτότητα» (Double Indemnity) θεωρείται αρχετυπο του Film Noir που αναπτύχθηκε εκείνη την εποχή (μέσα της δεκαετίας του 40), διαδραματίζοντας καίριο ρόλο στην διαμόρφωση του είδους! Αν και είναι μια από τις πρώτες ταινίες του Μπίλυ Γουάιλντερ (2η ταινία του και πρώτη στην Αμερική) προτάθηκε για Όσκαρ Σκηνοθεσίας μεταξύ των 7 συνολικά υποψηφιοτήτων (!!!) που πήρε η ταινία.
Η ταινία βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Τζέιμς Μ. Κέιν που ήταν εμπνευσμένο από ένα αλήθινό συμβάν που είχε αναστατώσει την κοινωνία κάμποσα χρόνια πριν. Ο Κέιν είχε παρακολουθήσει τις λεπτομέρειες του περιστατικού αφού σαν νεαρός ρεπόρτερ είχε καλύψει την δίκη του σατανικού ζευγαριού για μια μεγάλη εφημερίδα. Η κατηγορούμενη Ρουθ Σνάιντερ είχε πείσει τον σύζυγό της να συνάψει μια μεγάλη ασφάλεια βάζοντας σαν δικαιούχο την ίδια. Μετά, έπεισε τον εραστή της Τζουντ Γκρέι να σκοτώσει τον σύζυγο προκειμένου να εισπράξει την σημαντικότατη αποζημίωση. Η φωτογραφία της εκτέλεσής τους στην ηλεκτρική καρέκλα έγινε η διασημότερη φωτογραφία της δεκαετίας του 20. Όταν ήδη ο Κέιν είχε γίνει διάσημος από την τεράστια επιτυχία του «Ο Ταχυδρόμος Χτυπάει Πάντα Δυο Φορές», οι εκδοτικοί Οίκοι ασκούσαν ισχυρή πίεση για την επανάληψη του θαύματος. Έτσι μέσα της δεκαετίας του 30, ο Κέιν δημοσιεύει σε 8 συνέχειες το μυθιστόρημα, ενώ βάζει παράλληλα τον ατζέντη του να το ταχυδρομήσει σε όλες τις κινηματογραφικές εταιρείες που διαγκωνίζονταν να το αποκτήσουν προσφέροντας δεκάδες χιλιάδες δολλάρια. Δυστυχώς όμως, η Επιτροπή Λογοκρισίας των ΗΠΑ θεώρησε το έργο ανήθικο και απαγόρευσε την μεταφορά του σε ταινία. Πολύ αργότερα, η Paramount τόλμησε παρ΄όλη την απαγόρευση, να αγοράσει τα κινηματογραφικά δικαιωμάτα (έναντι σημαντικά χαμηλότερου ποσού) για λογαριασμό του Μπίλυ Γουάιλντερ. Ο ιδιοφυής σκηνοθέτης σε συναργασία με τον Τσαρλς Μπράκετ έγραψε ένα αρχικό σενάριο το οποίο και υπέβαλλε στην λογοκρισία που παραδόξως συμφώνησε με αντάλλαγμα το κόψιμο κάποιων επίμαχων σκηνών.
Ο Μπράκετ αποσύρεται απογοητευμένος από το εγχείρημα μια και οι σκηνές που οι λογοκριτές απαιτούσαν να κοπούν περιείχαν όλη την ουσία της ταινίας. Το γεγονός αυτό θα σταθεί καθοριστικό για την συνεργασία των δύο ανδρών μια και μετά την ολοκλήρωση του επόμενου σεναρίου τους της πολυβραβευμένης «Λεωφόρου της Δύσεως» θα διακοπεί… ένδοξα.
Έτσι ο Γουάιλντερ στρέφεται στον ίδιο τον Κέιν, ο οποίος όμως έχει ήδη συμβόλαιο με ανταγωνιστική εταιρεία. Έτσι, προχωρά στην πρόσληψη ενός ανερχόμενου συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων, του διασήμου στην συνέχεια, Ρέιμοντ Τσάντλερ. Αν και η συνεργασία τους παραήταν επεισοδιακή μια και οι δυο άντρες μίσησαν ο ένας τον άλλον με δύναμη, το σενάριό τους βγήκε τόσο πετυχημένο ώστε ο ίδιος ο Κέιν να παραδεχτεί πως κάποια από τα στοιχεία που πρόσθεσαν καθώς και η διασκευή των διαλόγων θα ήθελε να τα είχε συλλάβει πρώτος εκείνος.
Η Μπάρμπαρα Στάνγουικ ήταν η πρώτη επιλογή του ταλαντούχου και στο κάστινγκ Γουάιλντερ. Εκείνη όμως έχοντας ερμηνεύσει μέχρι τότε μόνο θετικά φορτισμένους χαρακτήρες δίσταζε πολύ να αναλάβει τον ρόλο. Η φορτική επιμονή του σκηνοθέτη έκαμψε και τις τελευταίες της αντιρρήσεις, χαρίζοντάς της μια εξαιρετική επιτυχία και την ιδιαίτερη αναγνώριση που αποζητούσε! Για τους αντρικούς ρόλους επέλεξε τον λιγότερο γνωστό ηθοποιό Φρεντ ΜακΜάρεϊ για τον ρόλο του εραστή, αλλά και τον διάσημο εκείνη την εποχή Εντ Ρόμπινσον για τον σαφέστατα μικρότερο ρόλο του ντετέκτιβ. Φυσικά και γι αυτούς χρειάστηκε να δώσει σκληρή μάχη μέχρι να πεισθούν πως θα μπορούσαν να ανταπεξέλθουν στις ιδιαίτερες δυσκολίες της ερμηνείας.
Η ταινία έτυχε λαμπρής υποδοχής τόσο από το κοινό όσο και από την κριτική που εντυπωσιάστηκε από το πρωτόγνωρο στυλ της ταινίας. Τέτοιος ήταν ο απόηχος του φιλμ ώστε ο Άλφρεντ Χίτσκοκ να γράψει στον σκηνοθέτη: «Από την στιγμή της προβολής του συγκεκριμένου φιλμ και μετά, δυο είναι οι σπουδαιότερες λέξεις στον χώρο του σινεμα: “Μπίλυ” και “Γουάιλντερ”»!!!