Τα Ψηλά Βουνά, είναι ένα έργο που αφηγείται την ιστορία μιας ομάδας παιδιών που περνούν τις καλοκαιρινές διακοπές μόνα τους (αλλά με την άδεια των γονιών τους ), στα βουνά της Ευρυτανίας. Με την παρότρυνση του δασκάλου τους ανεβαίνουν στο βουνό, μακριά από τις ανέσεις και την ασφάλεια του πατρικού σπιτιού. Οργανώνουν μια μικρή κοινότητα που ο καθένας έχει τις δικές του αρμοδιότητες και αυτός ακριβός ο καταμερισμός εργασίας, αποτελεί γι’ αυτά ένα πρώτο είδος ανάθεσης κοινωνικών ρόλων .Μέσα στις ομορφιές της φύσης, μαθαίνουν τη ζωή του βουνού, τις συνήθειες των ανθρώπων και των ζώων, τις λαϊκές παραδόσεις και του μύθους. Το έργο εξυμνεί το ομαδικό πνεύμα, την αλληλεγγύη, τον αλληλοσεβασμό και την αγάπη .Τα παιδιά μαθαίνουν να ξεπερνούν με θάρρος και ωριμότητα τις δυσκολίες της ζωής , μέσα από την συνεργασία και την αλληλοεκτίμηση. Το επιπλέον γεγονός ότι γίνονται ‘’δάσκαλοι’’ για το μικρό τσοπανόπουλο που διψάει για μάθηση, τους κάνει και συνειδητοποιούν την ανεκτίμητη άξια της μόρφωσης. Το ταξίδι και η παραμονή των παιδιών στα Ψηλά Βουνά, δεν είναι τίποτ΄ άλλο ,παρά μια διαδικασία μύησης στην ενήλικη ζωή και στην αυτογνωσία, απεκδύοντας την παιδική αφέλεια.
Τα Ψηλά Βουνά αποτελούν μια παράσταση νοσταλγίας και κοινωνιολογικού προβληματισμού, με βαθιά παιδαγωγική αξία, που αφήνει το στίγμα της με τα στοιχεία μίμησης και παντομίμας, με τα παραδοσιακά τραγούδια, με τη χρήση ντοπιολαλιάς, με τις λαϊκές ιστορίες, τους μύθους και τις παραδόσεις. Έτσι τα παιδιά αποκτούν μια βιωματική σχέση με την βουκολική ζωή στην φύση και τα απλά συναισθήματα, που βρίσκονται στον αντίποδα των πολύπλοκων σχέσεων που αναπτύσσονται στα αστικά κέντρα της νεύρωσης και τις αλλοτρίωσης.